Τρίτη 17 Απριλίου 2012

Τα σκλαβάκια. Παραδοσιακά παιχνίδια της περιοχής Αμυνταίου Φλώρινας

Τα παιδιά χωρίζονταν σε δύο ισάριθμες ομάδες. Διάλεγαν δύο σημεία που θα ήταν τα «λημέρια» ή οι «φωλιές» τους. Τα «λημέρια» συνήθως ήταν απέναντι, αλλά σε αρκετή απόσταση μεταξύ τους. Στην μέση της απόστασης χάραζαν μία ευθεία γραμμή, που ήταν το «σύνορο». Μόλις δινόταν το σύνθημα, τα παιδιά προχωρούσαν προς το σύνορο με σκοπό αν ακουμπήσουν έναν παίκτη της αντίπαλης ομάδας, ώστε να τον πάρουν αιχμάλωτο. Ο αιχμάλωτος μεταφέρονταν στο λημέρι και περίμενε να τον αγγίξει ένας παίκτης της δικής του ομάδας για να το ελευθερώσει.
Όποια ομάδα έπιανε τους περισσότερους αιχμαλώτους ήταν η νικήτρια.
Ομάδα Περιβαλλοντικής Εργασίας, Τμήμα Α5, Γυμνασίου Αμυνταίου, Σχ. έτος 1999-2000.

Εφτά κεραμιδάκια. Παραδοσιακά παιχνίδια της περιοχής Αμυνταίου Φλώρινας

Το παιχνίδι αυτό παίζεται και σήμερα από τα παιδιά. Χρειάζονται 7 πλάκες συνήθως από κεραμίδια ( από όπου και το όνομά του) και μία μπάλα.
Τα παιδιά χωρίζονται σε δύο ομάδες την αμυνόμενη και την επιτιθέμενη.
Μέσα σ' έναν κύκλο τοποθετούσαν τα εφτά κεραμιδάκια το ένα πάνω στο άλλο. Μερικά μέτρα μακρύτερα χάραζαν μία ευθεία και από εκεί και με τη βοήθεια της μπάλας ένας-ένας παίκτης της επιτιθέμενης ομάδας προσπαθούσε να ρίξει τα κεραμίδια. Αν το κατάφερνε, η αμυνόμενη ομάδα σκόρπιζε τις πλάκες μέσα στον κύκλο. Τότε άρχιζε μια αληθινή μάχη. Οι παίκτες της μιας ομάδας προσπαθούσαν να τα ξαναστήσουν, ενώ οι παίκτες της αμυνόμενης να τους «κάψουν» με την μπάλα.
Το παιχνίδι τελείωνε, όταν ξαναστήνοταν όλα τα κεραμιδάδια ή καίγονταν όλοι οι παίκτες της επιτιθέμενης ομάδας.
Ομάδα Περιβαλλοντικής Εργασίας, Τμήμα Α5, Γυμνασίου Αμυνταίου, Σχ. έτος 1999-2000.

H περιουσία. Παραδοσιακά παιχνίδια της περιοχής Αμυνταίου Φλώρινας

H περιουσία ήταν ένα ωραίο παιχνίδι, για το οποίο χρειάζονταν 4-7 ή 8 παιδιά. Πρώτα σχεδιάζανε στο χώμα ένα κύκλο, τον οποίο χωρίζανε σε τόσα ίσα μέρη, όσο και οι παίκτες. Αφού τα «βγάζανε» για να δούνε ποιος Θα είναι η «μάνα» της δίνανε να κρατάει ένα ξύλο. Η μάνα ξαφνικά έριχνε το ξύλο μέσα στο κύκλο και όλα τα παιδιά έτρεχαν μακριά, εκτός από τον παίκτη μέσα στο «κομμάτι περιουσία», του οποίου είχε πέσει το ξύλο. Αυτός έπρεπε να σκύψει να το πάρει φωνάζοντας ταυτόχρονα «ένα δύο τρία στοπ». Στο τέλος αυτής της φράσης έπρεπε οι προηγούμενοι παίκτες να μείνουν ακίνητοι. Το
παιδί πετούσε το ξύλο σημαδεύοντας τον πιο κοντινό παίκτη. Αν τον ακουμπούσε, του έπαιρνε μέρος της «περιουσίας» του ως εξής. Πατώντας μέσα στο δικό του κομμάτι και κρατώντας το ξύλο χάραζε
μέσα στο κομμάτι του «χαμένου» μία γραμμή επεκτείνοντας έτσι την περιουσία του.
Πολλές φορές στην προσπάθεια να πάρει όσο το δυνατόν μεγαλύτερο κομμάτι, έχανε την ισορροπία του και πατούσε στα όρια ή στην περιουσία κάποιου άλλου.  Τότε έχανε το δικαίωμα της επέκτασης και ο « Θιγόμενος» παίκτης ήταν αυτός που μπορούσε να διεκδικήσει περιουσία με τον ίδιο τρόπο. Το ίδιο ακριβώς πάθαινε αν δεν πετύχαινε τον συμπαίκτη του με το ξύλο.
Μερικές φορές πριν αρχίσει το παιχνίδι συμφωνούσανε αν θα επιτρέπανε τα «νησάκια». Αυτά ήταν μικροί κύκλοι μέσα στο κομμάτι του αντιπάλου. Πατώντας ο παίχτης με το ένα πόδι στο αρχικό του κομμάτι και με το δεύτερο στο «νησί» είχε την δυνατότητα να χαράξει μια μεγάλη γραμμή, κερδίζοντας έτσι τον αντίστοιχο χώρο. Νικητής έβγαινε όποιος κατάφερνε να μαζέψει την μεγαλύτερη περιουσία.
Ομάδα Περιβαλλοντικής Εργασίας, Τμήμα Α5, Γυμνασίου Αμυνταίου, Σχ. έτος 1999-2000.

Σφεντόνα ή τρέγκαλο. Παραδοσιακά παιχνίδια της περιοχής Αμυνταίου Φλώρινας

H κατασκευή της σφενδόνας απαιτούσε μια ξύλινη διχάλα από γερό ξύλο (π.χ. κραμιά ή ακακία) και δύο μακρόστενα λάστιχα, που τα δέναν στις άκρες της διχάλας. Τα δύο λάστιχα τα ένωνε ένα κομμάτι πετσί.
Αφού τοποθετούσαν ένα χαλίκι στο πετσί, κρατούσαν με το ένα χέρι τη διχάλα, ενώ με το άλλο τέντωναν τα λάστιχα κρατώντας ανάμεσά τους το χαλίκι, σημάδευαν τον στόχο και άφηναν το χαλίκι να
φύγει. Πολλές φορές το χαλίκι προκαλούσε ζημιές ή τραυματισμούς, γι’ αυτό η κατάσχεσή της από έναν ενήλικα ήταν συνηθισμένο φαινόμενο.
Ομάδα Περιβαλλοντικής Εργασίας, Τμήμα Α5, Γυμνασίου Αμυνταίου, Σχ. έτος 1999-2000.

Πεντόβολα. Παραδοσιακά παιχνίδια της περιοχής Αμυνταίου Φλώρινας

Τα πεντόβολα παίζονταν με δύο μόνο παιδιά, που το καθένα είχε πέντε χαλίκια στρογγυλά και λεία, στο μέγεθος ενός μεγάλου φουντουκιού. Συνήθως έπαιζαν τα παιδιά καθισμένα στη σάλα του
σπιτιού, γιατί έπρεπε να υπάρχει μία λεία επιφάνεια.
Ρίχνοντας κλήρο για να δουν ποιος θα παίζει πρώτος άρχιζε το παιχνίδι. Άφηναν μπροστά τους τέσσερα χαλίκια. O πρώτος παίχτης πετούσε ψηλά το χαλίκι, που είχε στο χέρι του και με μια γρήγορη κίνηση, ενώ το χαλίκι ήταν ακόμη στον αέρα, προσπαθούσε να πάρει ένα από τα κάτω χαλίκια. Αν προλάβαινε να το πάρει στην χούφτα του μαζί με το άλλο, που έπεφτε από ψηλά, συνέχιζε μέχρι να τα πάρει όλα τα χαλίκια από κάτω ένα κάθε φορά. Κάθε χαλίκι που έπιανε, το
τοποθετούσε στην παλάμη του αριστερού του χεριού.
Πετώντας πάλι το χαλίκι ψηλά προσπαθούσε να πιάσει τα υπόλοιπα χαλίκια δύο-δύο, τρία-ένα και τέλος τέσσερα με μιας. Έχανε ο παίχτης, εάν δεν προλάβαινε αυτές τις κινήσεις, έως ότου το χαλίκι ξαναρχόταν στο χέρι του. Τότε αναλάμβανε το συμπαίχτης του ν' ακολουθήσει όλες τις φάσεις του παιχνιδιού από την αρχή.
Αν τελείωνε με επιτυχία ο παίχτης τις προηγούμενες φάσεις, συνέχιζε στον επόμενο γύρο το παιχνίδι ως εξής : Ακουμπούσε το αριστερό του χέρι στη λεία επιφάνεια με ενωμένα όλα τα δάχτυλα,
εκτός από τον αντίχειρα, που τον κρατούσε ανοικτό, έτσι ώστε να σχηματισθεί μια καμάρα. Πετώντας το χαλίκι, προσπαθούσε κάθε φορά να βάλει ένα από τα κάτω χαλίκια μέσα στην καμάρα
σπρώχνοντάς το. Στη συνέχει δύο-δύο, τρία-ένα, τέσσερα με μιας. Στην επόμενο γύρο ο παίχτης ακουμπούσε το αριστερό του χέρι στη λεία επιφάνεια με τα δάχτυλα ανοιχτά. Σε κάθε πέταμα του
χαλικιού προσπαθούσε να βάλει κάθε χαλίκι από τα κάτω ανάμεσα στα δάχτυλα. Όταν το κατάφερνε, πετούσε πάλι το χαλίκι, αφού προηγουμένως είχε κλείσει τα δάχτυλα του αριστερού χεριού, ώστε να
ανεβούν οι βόλοι πάνω στο χέρι, ανασήκωνε λίγο το αριστερό χέρι και χτυπώντας το με το δεξί έριχνε τα χαλίκια κάτω και μετά τα μάζευε μεμιάς.
Στην τελευταία φάση το παιδί πετούσε όλα τα χαλίκια Ψηλά και προσπαθούσε να τα ξαναπιάσει στις ράχες των παλαμών, τις οποίες ένωνε βάζοντας τους αντίχειρες από κάτω και σχηματίζοντας έτσι ένα
είδος σκάφης.  Για την επισφράγιση του παιχνιδιού ο νικητής τα πετούσε άλλη μια φορά απ' αυτήν τη Θέση όλα μαζί πάνω και γυρίζοντας το χέρι του έπιανε όλα τα χαλίκια στην χούφτα του.
Το ίδιο παιχνίδι τα παιδιά το έπαιζαν με κότσια ή χρησιμοποιούσαν ένα μπαλάκι για το χαλίκι που πετούσαν ψηλά. Πριν ξεκινήσει το παιχνίδι έπρεπε πετώντας το μπαλάκι ταυτόχρονα να τοποθετήσουν κάθε κότσι όρθιο στην λεία επιφάνεια.
Ομάδα Περιβαλλοντικής Εργασίας, Τμήμα Α5, Γυμνασίου Αμυνταίου, Σχ. έτος 1999-2000.

Τρίτη 10 Απριλίου 2012

Παραδοσιακά παιχνίδια της περιοχής Αμυνταίου Φλώρινας

Τσαλίκι ή τσιλίκι
Το παιχνίδι αυτό είναι αρχαιότατο και λεγόταν κυνδαλισμός ή πασσαλισμός (Απ' όπου και η παροιμία «Πάσσαλος πασσάλω εκκρούεται»). Παίζεται σε πολλές παραλλαγές και είναι διαδεδομένο σ’ όλη την Ελλάδα.
Τα παιδιά χάραζαν έναν κύκλο στο χώμα. Αφού όριζαν ποιος θα ρίξει πρώτος του έδιναν δύο ξύλα: ένα μεγάλο, 6α εκ. και ένα μικρό, 20εκ. περίπου. Το παιδί κρατώντας το μικρό ξύλο με το ένα χέρι ψηλά το χτυπούσε με το μεγάλο ξύλο από το κέντρο του κύκλου. Τα υπόλοιπα παιδιά περίμεναν έξω από τον κύκλο. Αν το μικρό ξύλο έπεφτε κάτω, ο παίκτης είχε το δικαίωμα να το χτυπήσει ψηλά και όσο αυτό ήταν στον αέρα να το ξαναχτυπήσει για να βγει από τον κύκλο. Είχε δικαίωμα να το κάνει αυτό τρεις φορές. Αν δεν το πετύχαινε, καιγόταν και τη θέση του την έπαιρνε άλλος.
Αν το ξύλο έβγαινε από το κύκλο, αλλά, ενώ ήταν στον αέρα, το έπιανε ένα από τα παιδιά, που περίμεναν έξω από το κύκλο, αυτός έπαιρνε και την θέση του προηγουμένου.
Αντίθετα, όταν το μικρό ξύλο έπεφτε στο έδαφος, έξω από τον κύκλο χωρίς να το πιάσει κανείς, μετρούσαν την απόσταση με βήματα και παίρνανε ισάριθμους πόντους.
Νικητής ήταν ο παίκτης που θα συγκέντρωνε τους περισσότερους πόντους.
Ομάδα Περιβαλλοντικής Εργασίας, Τμήμα Α5, Γυμνασίου Αμυνταίου, Σχ. έτος 1999-2000.

Παραδοσιακά παιχνίδια της περιοχής Αμυνταίου

 Κότσι
Το κότσι είναι γνωστό παιχνίδι από την αρχαιότητα. Στη Δήλο βρέθηκε επιγραφή που γράφει
«Δημήτριος τυφλός ουδέ βλέπει ουδέν παίζων αστράγαλους έκλεψεν αυτώ Ερμίας αστραγάλους»
Κότσι είναι ο αστράγαλος των ζώων. Για το παιχνίδι καλύτεροι είναι οι αστράγαλοι της γίδας. Κάθε κότσι έχει τέσσερις πλευρές. Η πιο επίπεδη ονομάζεται «βεζίρης», η απέναντι της που έχει κυματοειδή  χείλη (σαν στέμμα) λέγεται «βασιλιάς» . Από τις φαρδιές πιο  φουσκωτή λέγεται «ψωμί», ενώ η τέταρτη με τη λακκούβα «ξύλο». Με το κότσι παίζονταν πολλά παιχνίδια. Το πιο γνωστό είναι ο  Βεζίρης. Τα παιδιά (τουλάχιστον τέσσερα) σχημάτιζαν ένα ορθογώνιο και τοποθετούσαν το κότσι στη μέση. Με τη σειρά έριχναν το κότσι για να ορισθεί το « βασιλιάς» και ο « Βεζίρης».  Ο «Βασιλιάς» δίνει διαταγές. O «Βεζίρης» κρατά μία βέργα και εκτελεί τις εντολές του βασιλιά. Στη συνέχεια ρίχνουν όλα τα παιδιά με τη σειρά. Όποιος έφερνε «ξύλο», έτρωγε τόσες βεργιές από το «βεζίρη», όσες όριζε ο  «βασιλιάς», «λαδάτες» ή «ξιδάτες» (μαλακές ή τσουχτερές). Όποιος έφερνε «ψωμί» έκανε τον πεινασμένο και με διάφορες αστείες γκριμάτσες ότι έτρωγε ψωμί. Το παιχνίδι συνεχιζόταν ρίχνοντας όλα τα παιδιά το κότσι. Αν κάποιος άλλος έφερνε «βασιλιά», ή «βεζίρη»,
έπαιρνε το αξίωμα από τον συμπαίχτη του.

Κότσι 2° παιχνίδι
Σ' αυτό το παιχνίδι οι πλευρές από το κότσι ονομάζονται «τσούρλα»,  η στενή πλευρά με την βαθιά κοιλότητα, η απέναντί της «καζιάκα» ενώ οι άλλες δύο «αλάκι» , αυτή με την κοιλότητα και η
απέναντι «αντάπι».
Κάθε παίχτης έβαζε από τρία κότσια. Έστριβαν το    «νουμά» (μεγαλύτερο κότσι) και, όποιος έφερνε «τσούρλα» ή «καζιάκα», άρχιζε πρώτος το παιχνίδι. O πρώτος παίχτης έπαιρνε τα κότσια και το
«νουμά», τα ανακάτωνε και τα άφηνε να πέσουν στο έδαφος. Αν ο «νουμάς» στεκόταν «αντάπι» ή «αλάκι», ο παίχτης κέρδιζε όλα τα κότσια που είχαν σταθεί στην ίδια θέση με το «νουμά». Αν όμως ο
«νουμάς» στεκόταν «καζιάκα», ο παίχτης κέρδιζε όλα τα κότσια. Αν στεκόταν στη θέση «τσούρλα», τα κότσια τα κέρδιζε ο αντίπαλος. Τα κότσια που περίσσευαν από την πρώτη ριψη, τα έπαιρνε ο αντίπαλος και το παιχνίδι συνεχιζόταν μέχρι να τελειώσει όλα τα κότσια.

 Κότσι 3° παιχνίδι
Γι' αυτό το παιχνίδι χρειαζόταν και μια «πλίτσα», δηλαδή ένα μικρό κότσι. Πρώτα στήνανε όλα τα κότσια σε μια ευθεία γραμμή.
Από απόσταση περίπου τεσσάρων μέτρων ο πρώτος παίχτης έριχνε την «πλίτσα» του σημαδεύοντας τα κότσια. Όποιος πετύχαινε το πρώτο κότσι από τα αριστερά, που συνήθως ήταν βαμμένο κόκκινο,
κέρδιζε, όλα τα κότσια. Αν χτυπούσε ένα άλλο κότσι, κέρδιζε τα κότσια, που ήταν δεξιά από αυτό που χτύπησε.
Το παιχνίδι συνεχιζόταν με τη σειρά μέχρι που κέρδιζαν όλα τα κότσια.
Ομάδα Περιβαλλοντικής Εργασίας, Τμήμα Α5, Γυμνασίου Αμυνταίου, Σχ. έτος 1999-2000.